ἀριγνώτῃ

ἀριγνώτῃ
ἀρίγνωτος
easy to be known
fem dat sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἀριγνώτη — fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀριγνώτῃ — Ἀριγνώτη fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Αριγνώτη — (6ος αι. π.Χ.).Φιλόσοφος από τη Σάμο, μαθήτρια ή κατ’ άλλους κόρη του Πυθαγόρα και της συζύγου του Θεανούς. Έγραψε Βακχικά, Φιλοσοφικά, Περί μυστηρίων της Δήμητρος, Τελεταί Διονύσου και διάφορα άλλα …   Dictionary of Greek

  • ἀριγνώτη — ἀρίγνωτος easy to be known fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀριγνώτην — Ἀριγνώτη fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀριγνώτης — Ἀριγνώτη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀρίγνωτ' — Ἀρίγνωτε , Ἀρίγνωτος masc voc sg Ἀρίγνωται , Ἀριγνώτη fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”